Συντάξεις χηρείας: Αποκαταστάθηκαν οι αδικίες, δικαιώθηκε ο αγώνας της Διοίκησης

Καταβλήθηκαν, την Παρασκευή 27/9, στους λογαριασμούς των δικαιούχων, οι αυξημένες συντάξεις χηρείας, οι οποίες επανήλθαν στο προ του νόμου Κατρούγκαλου ποσοστό (70%), αντί του 50% που ίσχυε μέχρι πρότινος.

Οι δικαιούχοι θα λάβουν τα αναδρομικά τον επόμενο μήνα.

Η εν λόγω εξέλιξη αποτελεί σημαντική δικαίωση για την Διοίκηση του Συλλόγου, που πρωταγωνίστησε και διεκδίκησε με επιμονή την άρση των αδικιών που προβλέπονταν στο νόμο Κατρούγκαλου, για τους δικαιούχους των συντάξεων χηρείας.

Ο Σύλλογός μας ήταν ο πρώτος που εντόπισε και επισήμανε προς την προηγούμενη κυβέρνηση, τις… εκτρωματικές διατάξεις για τις συντάξεις χηρείας που περιλαμβάνονταν στο νόμο 4387. Φρόντισε με κάθε τρόπο να αναδείξει το μείζον αυτό ζήτημα και το έθεσε επί τάπητος – μέσω του Προέδρου Γιώργου Πεπόνη- στην προ μηνών συνάντηση (30 Μαρτίου 2019) που έλαβε χώρα στο Μέγαρο Μαξίμου ανάμεσα στον πρώην πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα και τους εκπροσώπους του συνταξιουχικού κινήματος.

Ο τότε πρωθυπουργός διαβεβαίωσε τον πρόεδρο του Συλλόγου μας, ότι θα αποκατασταθούν οι αδικίες στις συντάξεις χηρείας. Όντως, το επόμενο διάστημα δρομολογήθηκαν οι απαιτούμενες αλλαγές, οι οποίες «σφραγίστηκαν»  με την ρύθμιση που ψηφίστηκε στη Βουλή, τον Μάιο του 2019.

Εκτοτε, η Διοίκηση του Συλλόγου παρακολουθούσε στενά το θέμα, διαμαρτυρόμενη για την καθυστέρηση-που ακόμα δεν ξέρουμε σε ποιους λόγους οφειλόταν-στην αναπροσαρμογή των συντάξεων και την καταβολή των αναδρομικών που προέκυψαν.

Έστω και καθυστερημένα η νέα ηγεσία του υπουργείου Εργασίας, τελικώς άναψε οριστικά το «πράσινο φως» για την καταβολή των αυξημένων συντάξεων χηρείας και την πλήρη απάλειψη των αδικιών που συντελέστηκαν επί νόμου Κατρούγκαλου.

Τι ισχύει πλέον με τις συντάξεις χηρείας

Καταργήθηκαν τα ηλικιακά κριτήρια για τις συντάξεις χηρείας και οι δικαιούχοι θα λαμβάνουν το  70% του ποσού αντί του 50% που ίσχυε μέχρι πρότινος.

Επίσης:

Στις νέες αλλαγές ο επιζών σύζυγος δεν δικαιούται σύνταξη αν ο θάνατος του συνταξιούχου ή ασφαλισμένου συζύγου επήλθε πριν από την πάροδο τριών ετών και όχι πέντε από την τέλεση του γάμου, εκτός αν:

α) ο θάνατος οφείλεται σε ατύχημα που προήλθε πρόδηλα και αναμφισβήτητα εξαιτίας της υπηρεσίας ή ανθρωποκτονία,
β) κατά τη διάρκεια του γάμου γεννήθηκε ή με το γάμο νομιμοποιήθηκε, αναγνωρίσθηκε ή υιοθετήθηκε τέκνο,
γ) η χήρα κατά το χρόνο του θανάτου τελεί σε κατάσταση εγκυμοσύνης, η οποία δεν διεκόπη και γεννήθηκε ζων τέκνο.
δ) συντρέχει η περίπτωση ανασυστάσεως προϋπάρξαντος γάμου, αρκεί οι τελεσθέντες γάμοι, δηλαδή ο αρχικός και ο εξ ανασυστάσεως, κατά τη διάρκεια του οποίου απεβίωσε ο σύζυγος, να έχουν διαρκέσει τουλάχιστον τρία χρόνια συνολικά, και ο εξ ανασυστάσεως να διήρκησε τουλάχιστον έξι (6) μήνες.

Τα νόμιμα τέκνα, τα νομιμοποιηθέντα, τα αναγνωρισθέντα, τα υιοθετηθέντα και όσα εξομοιώνονται με αυτά, με την προϋπόθεση ότι είναι άγαμα και δεν έχουν συμπληρώσει το 24ο έτος της ηλικίας τους και όχι το 18ο που ήταν σήμερα.

Μετά την πάροδο της τριετίας, αν ο επιζών εργάζεται ή αυτοαπασχολείται ή λαμβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή, καταβάλλεται το 50% της σύνταξης και δεν μπορεί να υπολείπεται του συνολικό ποσό της σύνταξης λόγω θανάτου του επιζώντος ή/και του διαζευγμένου συζύγου, δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού της εθνικής σύνταξης του άρθρου 7 του παρόντος νόμου που αντιστοιχεί σε είκοσι (20) έτη ασφάλισης.