Tην κατάργηση των ηλικιακών κριτηρίων για τις συντάξεις χηρείας και την επαναφορά τους στο 70% του ποσού που λάμβανε ο/η θανών/θανούσα αντί του 50% που ίσχυε μέχρι πρότινος, προβλέπει η νέα ρύθμιση του υπουργείου Εργασίας, που ψηφίστηκε στη Βουλή.
Ο Σύλλογός μας, μέσω των κοινών προσπαθειών που κάνει με την Συντονιστική Επιτροπή Αγώνα, διεκδίκησε με επιμονή την άρση των αδικιών που προβλέπονταν στο νόμο Κατρούγκαλου, για τους δικαιούχους των συντάξεων χηρείας. Μετά και την πρόσφατη συνάντηση με τον πρωθυπουργό (30 Μαρτίου 2019), δρομολογήθηκε η διαδικασία για τις σημαντικές αλλαγές στις συντάξεις χηρείας, που είναι προς όφελος των δικαιούχων.
Ειδικότερα, το ποσοστό επί του ποσού σύνταξης υπολογίζεται ως εξής:
-Αν το ποσό της σύνταξης είναι μεγαλύτερο από αυτό που καταβάλλονταν στις 12.5.2016 η σύνταξη υπολογίζεται επί του μεγαλύτερου ποσού.
-Αν το ποσό της σύνταξής είναι μικρότερο από το ποσό που καταβάλλονταν στις 12.5.2016 τότε υπολογίζεται με βάση το καταβαλλόμενο.
– Οι νέες αλλαγές στα ποσά της σύνταξης χηρείας ισχύουν και για τις συντάξεις που έχουν ήδη εκδοθεί σύμφωνα με τον Νόμο 4387/2016.
Παράλληλα αναστέλλεται η ενεργοποίηση του ηλικιακού ορίου των 55 ετών για τις συντάξεις χηρείας οι οποίες θα αυξηθούν αναδρομικά κατά 40%. Ειδικότερα καταβάλλεται η σύνταξη χωρίς όριο ηλικίας.
Επίσης στις νέες αλλαγές ο επιζών σύζυγος δεν δικαιούται σύνταξη αν ο θάνατος του συνταξιούχου ή ασφαλισμένου συζύγου επήλθε πριν από την πάροδο τριών ετών και όχι πέντε από την τέλεση του γάμου, εκτός αν:
α) ο θάνατος οφείλεται σε ατύχημα που προήλθε πρόδηλα και αναμφισβήτητα εξαιτίας της υπηρεσίας ή ανθρωποκτονία,
β) κατά τη διάρκεια του γάμου γεννήθηκε ή με το γάμο νομιμοποιήθηκε, αναγνωρίσθηκε ή υιοθετήθηκε τέκνο,
γ) η χήρα κατά το χρόνο του θανάτου τελεί σε κατάσταση εγκυμοσύνης, η οποία δεν διεκόπη και γεννήθηκε ζων τέκνο.
δ) συντρέχει η περίπτωση ανασυστάσεως προϋπάρξαντος γάμου, αρκεί οι τελεσθέντες γάμοι, δηλαδή ο αρχικός και ο εξ ανασυστάσεως, κατά τη διάρκεια του οποίου απεβίωσε ο σύζυγος, να έχουν διαρκέσει τουλάχιστον τρία χρόνια συνολικά, και ο εξ ανασυστάσεως να διήρκησε τουλάχιστον έξι (6) μήνες.
Τα νόμιμα τέκνα, τα νομιμοποιηθέντα, τα αναγνωρισθέντα, τα υιοθετηθέντα και όσα εξομοιώνονται με αυτά, με την προϋπόθεση ότι είναι άγαμα και δεν έχουν συμπληρώσει το 24ο έτος της ηλικίας τους και όχι το 18ο που ήταν σήμερα.
Μετά την πάροδο της τριετίας, αν ο επιζών εργάζεται ή αυτοαπασχολείται ή λαμβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή, καταβάλλεται το 50% της σύνταξης και δεν μπορεί να υπολείπεται του συνολικό ποσό της σύνταξης λόγω θανάτου του επιζώντος ή/και του διαζευγμένου συζύγου, δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού της εθνικής σύνταξης του άρθρου 7 του παρόντος νόμου που αντιστοιχεί σε είκοσι (20) έτη ασφάλισης.