Kύριε Σύμβουλε,
Σας καλωσορίζουμε στην οικογένεια του ΕΛΤΑ και εκφράζουμε τη βούλησή μας για μια καλή συνεργασία.
Στην επιχείρηση που αναλάβατε επικεφαλής, περάσαμε πολλά και καλά χρόνια, προσφέροντας όχι μόνο εργασία αλλά και λειτούργημα στους πολίτες, καθότι ο ΕΛΤΑ ήταν και θέλουμε να συνεχίσει να είναι η υπηρεσία με τη μεγάλη κοινωνική προσφορά.
Έχει, λοιπόν, από καιρό σφυρηλατηθεί μια εξαιρετική συνεργασία των απόμαχων της εργασίας με την εκάστοτε Διοίκηση του ΕΛΤΑ, που είναι αμφίδρομη και δεν επηρεάζεται από πρόσωπα ούτε από καταστάσεις προσωρινού χαρακτήρα.
Ζητάμε επείγουσα συνάντηση προκειμένου να συζητήσουμε σημαντικά ζητήματα που σχετίζονται με τους συνταξιούχους του ΕΛΤΑ.
Όπως γνωρίζετε, η προηγούμενη Διοίκηση προχώρησε στο «πετσόκομμα» της αποζημίωσης των συναδέλφων που συνταξιοδοτήθηκαν το 2019 και το 2020. Πρόκειται για ένα εξόχως σημαντικό ζήτημα, το οποίο ταλανίζει τα μέλη του Συλλόγου μας και για τη δημιουργία του οποίου ευθύνεται αποκλειστικά η παραπροηγούμενη Διοίκηση.
Αυτή παραβίασε μονομερώς τη Συλλογική Σύμβαση Εργασίας και έτσι οι εργαζόμενοι που αποχώρησαν το 2019 και 2020, πήραν αποζημίωση αντί για 30.000ευρώ, τα μισά, δηλαδή 15.000 ευρώ, πλην ελαχίστων που αποχώρησαν το 2019 και πήραν 20.000 ευρώ. Η επαίσχυντη αυτή απόφαση ελήφθη από το Δ.Σ. του Οργανισμού δια περιφοράς-με πρόσχημα τον κορονοϊό- τον Μάρτιο του 2020. Είχε, μάλιστα αναδρομική ισχύ για όσους είχαν αποχωρήσει το 2019 και έως τη λήψη της απόφασης 2020.
Πρέπει να σημειώσουμε το εξής οξύμωρο που αποτελεί και ορισμό της αδικίας: όσοι αποχώρησαν με την εθελούσια το 2021, πήραν τις 15.000 ευρώ συν άλλες 15.000 που πρόβλεπε η εθελούσια, δηλαδή το σύνολο των 30.000 ευρώ.
Ήταν η πρώτη φορά που στον Οργανισμό δεν εφαρμόστηκε όρος της Συλλογικής Σύμβασης, που έχει ισχύ νόμου και είναι συνταγματικά κατοχυρωμένη. Οι λόγοι που επικαλέστηκε η τότε Διοίκηση, περί οικονομικών δυσκολιών του ομίλου ΕΛΤΑ, ήταν προσχηματικοί και κάθε άλλο παρά επιβεβαιώνονται από τα τραγελαφικά που βλέπουν το φως της δημοσιότητας και αφορούν ανεξέλεγκτες σπατάλες του οργανισμού.
Πρόκειται για απόφαση που στερείται ηθικής και εφαρμόστηκε αναίτια για περίπου 700 συναδέλφους μας, που αποχώρησαν το 2019 και το 2020.
Εμείς είμαστε υποχρεωμένοι λόγω του θεσμικού μας ρόλου, αλλά κυρίως διότι αυτό δεν μπορεί να συμβαίνει σε κράτος δικαίου, να θέσουμε το ζήτημα επί τάπητος και στη δική σας Διοίκηση και παρακαλούμε να ορίσετε άμεσα συνάντηση με τον Σύλλογό μας, ευελπιστώντας ότι δεν θα ακολουθήσετε το παράδειγμα της διοίκησης Κωνσταντόπουλου.
Με εκτίμηση,
Για το Δ.Σ.
Ο Πρόεδρος Ο Γεν.Γραμματέας
Γιώργος Πεπόνης Τάσος Γεωργιάδης